ΣΧΕΤΙΚΑ ΕΡΓΑ

 

 

Ενεργειακή αξιοποίηση βιομάζας

 


 

 Παραγωγή ατμού

 


 

Παραγωγή Biodimethylether απο βιομάζα

 


 

Γενική άποψη Σουηδικής μονάδας βιομάζας



 

 Γενική άποψη Σουηδικής μονάδας βιομάζας



  


Βιομάζα

Η βιομάζα, τα ενεργειακά φυτά και ιδιαίτερα τα γεωργικά παραπροϊόντα μπορούν να αποτελέσουν ένα σημαντικό παράγοντα στην κάλυψη ενός μεγάλου μέρους των ενεργειακών αναγκών της Ελλάδας για μία περισσότερο αυτοδύναμη ανάπτυξη. Ένα μικρό μέρος του ενεργειακού δυναμικού των γεωργικών παραπροϊόντων αξιοποιείται με την χρησιμοποίηση κυρίως της καύσης σήμερα.

Η Ελλάδα έχει ανεκμετάλλευτο δυναμικό βιομάζας ισοδύναμο με πάνω από 1,3 εκατ. τόνους πετρελαίου και η χρήση αυτών των φυσικών πόρων θα μας βοηθήσει σημαντικά να επιτευχθεί ο στόχος παραγωγής 10,6 τοις εκατό της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μέχρι το 2020. Μόνο με τη χρήση ενέργειας από βιομάζα/βιοαέριο στη χώρα θα μπορούσε να εγκαταστήσει πάνω από 300 MW ενέργειας και αυτό είναι κάτι που πρέπει να αξιοποιηθεί. Σύμφωνα με το Τμήμα Χημικών Μηχανικών, του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης, οι κυριότερες πηγές της βιομάζας που παράγεται στην Ελλάδα και μπορεί να αξιοποιηθεί σε τοπικό επίπεδο, είναι:

  • Βιομάζα από την καλλιέργεια και επεξεργασία βαμβακιού: Στη χώρα μας καλλιεργούνται 4.000.000 στρέμματα με βαμβάκι και παράγονται 1.200.000 τόνοι σύσπορο βαμβάκι. Από την εκκόκκιση του σύσπορου βάμβακος παράγονται 120.000 τόνοι απορρίμματα στα εκκοκκιστήρια ήτοι 42.000 τόνοι ισοδύναμου πετρελαίου. Το βάρος της βιομάζας που παραμένει στα χωράφια μετά την συλλογή του βαμβακιού (στελέχη βαμβακιού) είναι 350 kg ανά στρέμμα με θερμογόνο ισχύ 3400 kcal/kg. Η ολική βιομάζα από τα στελέχη του βαμβακιού είναι 1.400.000 τόνοι δηλαδή 408.000 τόνοι ισοδύναμου πετρελαίου.
  • Στερεά απόβλητα ελαιοτριβείων και ελαιουργείων: Τα στερεά που περιέχονται στα υγρά απόβλητα των ελαιοτριβείων αποτελούν το 12% επί του ελαιοκάρπου με θερμογόνο ισχύ 5830 kcal/kg. Σύμφωνα με την παραγωγή ελαιολάδου στην χώρα μας υπολογίζεται ότι χάνεται βιομάζα 100.000 τόνων ισοδυνάμου πετρελαίου.
  • Βιομάζα από καλαμπόκι: Στην Ελλάδα καλλιεργούνται 2.000.000 στρέμματα με καλαμπόκι κάθε χρόνο και η βιομάζα που παράγεται είναι 1.200 έως 1.500 kg ανά στρέμμα. Συνολικά παράγονται 2.400.000 τόνοι ξηρής βιομάζας (καταστρέφεται από τους αγρότες με καύση) δηλαδή 800.000 τόνοι ισοδύναμου πετρελαίου.
  • Βιομάζα από την καλλιέργεια ρυζιού. Στην Ελλάδα καλλιεργούνται 250.000 στρέμματα ρύζι) και παράγονται 700 kg ανά στρέμμα ρύζι, ήτοι 175.000 τόνοι. Κατά την επεξεργασία του ρυζιού παράγονται 35.000 τόνοι απορρίμματα (φλοιός), ήτοι 10.000 τόνοι ισοδυνάμου πετρελαίου.
  • Επίσης άλλες πηγές βιομάζας είναι το άχυρο, τα κλαδιά των δένδρων, οι φλοιοί ξηρών καρπών, οι πυρήνες ροδάκινων (κονσερβοποιία), πριονίδι, αγριαγκινάρα, κ.ά.

Προβλήματα και εμπόδια προώθησης της βιοενέργειας στην Ελλάδα

Παρά το ενισχυτικό θεσμικό και οικονομικό πλαίσιο για την προώθηση της βιοενέργειας στην Ελλάδα (παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, συμπαραγωγή και, πρόσφατα, παραγωγή πελλέτας) και τη δυναμική που αναπτύσσεται (κατάθεση σχετικών προτάσεων στη ΡΑΕ) είναι πολύ λίγες οι επενδύσεις που ήδη υλοποιούνται. Τα κυριότερα προβλήματα για την ανάπτυξη παρόμοιων επενδύσεων επικεντρώνονται:

  • Στον έλεγχο και τη μακροχρόνια συμβολαιοποίηση των απαραίτητων πρώτων υλών π.χ, βιομάζα, υποστρώματα για παραγωγή βιοαερίου, κλπ,
  • Στην αδυναμία κάλυψης της επένδυσης από τους υποψήφιους επενδυτές και στην έλλειψη σχετικού know-how για την απρόσκοπτη λειτουργία των μονάδων,
  • Στην απουσία φορέων και εταιρειών παροχής σχετικής τεχνογνωσίας σε όλα τα στάδια υλοποίησης των επενδύσεων από τον σχεδιασμό - υλοποίηση - χρηματοδότηση και λειτουργία μιας μονάδας/ενός έργου και στις σύνθετες γραφειοκρατικές διαδικασίες,
  • Στην απουσία βασικών υποδομών (χρήση γης, κτηματολόγιο, δασολόγιο, χωροταξικά σχέδια, διοικητικά εμπόδια, κλπ) και στη τοπική κοινωνική αποδοχή από τις αντιδράσεις και ενστάσεις,
  • Στις ασάφειες που δημιουργεί το υφιστάμενο πλαίσιο αδειοδότησης για την διαχείριση και διάθεση του παραγόμενου υπολείμματος από τις μονάδες βιοαερίου,
  • Στη δυσλειτουργία του όλου αδειοδοτικού συστήματος και της πολύπλοκης και χρονοβόρου διαδικασίας για την έκδοση αδειών περιβαλλοντικών επιπτώσεων.